- αὐξοσέληνον
- αὐξοσέληνονincrease of the moonneut nom/voc/acc sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
αυξοσέληνον — αὐξοσέληνον, το (Α) η αύξηση του δίσκου της Σελήνης, το γέμισμα του φεγγαριού … Dictionary of Greek